Μακρυγιαλός

Στην τοποθεσία «Πλακάκια», δυτικά του οικισμού του Μακρύγιαλου, η αρχαιολογική σκαπάνη έφερε στο φως μια έπαυλη που χρονολογείται στην ΥΜ Ι Β εποχή. Η έπαυλη που αποκαλύφτηκε είναι πολύ σημαντική για τη μελέτη της μινωικής αρχιτεκτονικής διότι αποτελεί μικρογραφία ενός μινωικού ανακτόρου. Στο μέσον του κτιρίου είναι η μεγάλη κεντρική αυλή γύρω από την οποία διαμορφώνονται οι υπόλοιποι χώροι της έπαυλης με πλακόστρωτα δάπεδα και τοίχους επιστρωμένους με κονίαμα, ενώ υπάρχει και δυτική αυλή. Στην κεντρική αυλή, κοντά στη μεγάλη αίθουσα με το πολύθυρο, είναι ένας κτιστός βωμός δίπλα στον οποίο βρέθηκε ένας σφραγιδόλιθος με παράσταση ιερού πλοίου, ιερού δένδρου και ιέρειας. Η οροφή ήταν στρωμένη με καλάμια και πηλό, ένα στοιχείο εξαιρετικά ενδιαφέρον που συνδέει τη μινωική με τη νεώτερη κρητική αρχιτεκτονική, αφού η μέθοδος αυτή χρησιμοποιείτο μέχρι πρόσφατα για την κάλυψη της οροφής των αγροτικών πετρόκτιστων σπιτιών. Η έπαυλη καταστράφηκε από μεγάλη πυρκαγιά όπως αποδεικνύεται από τα αποτυπώματα των απανθρακωμένων ξύλινων δοκών αλλά και από τα μαυρισμένα από τη φωτιά πλακόστρωτα δάπεδα.. Η αρχιτεκτονική της έπαυλης, ο μικρός αριθμός των οικιακών χώρων, και η σπουδαιότητα ορισμένων ευρημάτων (ειδώλια, σφραγιδόλιθοι, κύπελλο Ιερής Κοινωνίας) τα οποία φυλάσσονται στο Αρχαιολογικό Μουσείο Αγίου Νικολάου, μαρτυρούν τον θρησκευτικό χαρακτήρα της που δεν αποκλείεται να αποτελούσε σημαντικό θρησκευτικό κέντρο της γύρω περιοχής.

Στη τοποθεσία «Κατωβίγλι» το 1976 ξεκίνησαν συστηματικές ανασκαφές υπό την διεύθυνση του Ν. Π. Παπαδάκη που ολοκληρώθηκαν το 1980. Αποκαλύφτηκαν τα ερείπια μιας ρωμαϊκής έπαυλης που διέθετε λουτρικό συγκρότημα με υπαίθρια δεξαμενή. Η διάταξη των χώρων της έπαυλης είναι αρκετά πολύπλοκη. Διάδρομοι και αυλές λειτουργούν ως κεντρικοί άξονες γύρω από τους οποίους εκτείνονται τα δωμάτια και οι βοηθητικοί χώροι. Τα δάπεδα και οι τοίχοι των κυρίως δωματίων είναι επενδυμένα με μαρμάρινες πλάκες. Η είσοδος της έπαυλης είχε ψηφιδωτό δάπεδο με γεωμετρικό και φυτικό διάκοσμο. Ένα μεγάλο δωμάτιο με πολυτελές πάτωμα χρησίμευε πιθανότατα ως αίθουσα υποδοχής. Στο νοτιοανατολικό τμήμα της έπαυλης ήταν το λουτρικό συγκρότημα, το γνωστό βαλανείο, με το χαρακτηριστικό υπόκαυστο και την πεταλόσχημη πισίνα που το δάπεδό της και τα σκαλοπάτια της ήταν στρωμένα με μάρμαρο. Ένα μεγάλο ψηφιδωτό με γεωμετρικές παραστάσεις βρέθηκε στον υπαίθριο χώρο δίπλα στην πισίνα. Στην έπαυλη υπήρχε ένα σύστημα κτιστών και σωληνωτών αγωγών με το οποίο διοχετεύονταν το νερό από τις δεξαμενές στο βαλανείο και στους υπόλοιπους χώρους. Ανάμεσα στους διάφορους χώρους του βαλανείου εντοπίστηκε ένα δωμάτιο με ταφική χρήση, όπου βρέθηκαν οστά αλλά και ολόκληρος σκελετός. Η έπαυλη κατοικήθηκε από τον 1ο π. Χ. έως τον 3ο μ. Χ. αιώνα περίπου. Η αιτία της καταστροφής της είναι άγνωστη. Ο χώρος συλήθηκε πιθανόν κατά τους βυζαντινούς και νεώτερους χρόνους και δεν απόμεινε τίποτε από τα αρχιτεκτονικά μέλη και τον κινητό διάκοσμο της πολυτελούς κατοικίας. Τα λιγοστά ευρήματα των ανασκαφών φυλάσσονται στο Αρχαιολογικό Μουσείο Σητείας.
 

Πηγή: CreteSitia.gr